Έντισον, Τόμας

Έντισον, Τόμας
(Thomas Edison, Μάιλαν, Οχάιο 1847 – Νιου Τζέρσεϊ 1931). Αμερικανός εφευρέτης, ολλανδικής καταγωγής. Από τον πατέρα του κληρονόμησε την εξαιρετική φυσική αντοχή στην εργασία και από τη μητέρα του, μια έξυπνη και μορφωμένη γυναίκα, πήρε την πρώτη αγωγή. Από παιδί επέδειξε μια ακατάπαυστη κλίση στην πειραματική μελέτη της χημείας και του ηλεκτρισμού. Άρχισε να εργάζεται ως πωλητής εφημερίδων και μπισκότων στα τρένα και στον μικρό χώρο που του παραχωρήθηκε εγκατέστησε ένα μικροσκοπικό τυπογραφείο, όπου έγραφε και τύπωνε τη Weekly Herald, εφημερίδα που την πουλούσε ο ίδιος στους ταξιδιώτες, με ειδήσεις από τον εμφύλιο πόλεμο. Παρά τις σχεδόν μυθιστορηματικές περιπέτειές του, ο Έ. βρήκε τρόπο για να αυξήσει την τεχνική του πείρα, ιδιαίτερα στον τομέα των τηλεγραφικών εκπομπών. Οι πρώτες από τις εφευρέσεις του, των οποίων ο συνολικός αριθμός ξεπέρασε τις χίλιες στη διάρκεια της ζωής του, αφορούν ακριβώς την ενσύρματη μετάδοση. Όμως το όνομά του είναι συνυφασμένο με την ιστορία της τεχνικής και επιστημονικής προόδου κυρίως για τρεις μεγάλες εφευρέσεις: τον φωτιστικό ηλεκτρικό λαμπτήρα διαπύρωσης με σύρμα από άνθρακα, την εφαρμογή του οποίου παρουσίασε στην έκθεση του Παρισιού του 1881 και είχε διεθνή απήχηση· τον φωνογράφο (1883), ο οποίος, αν και αντιπροσώπευε τότε απλώς ένα μέσο ψυχαγωγίας, επηρέασε αποφασιστικά την πρόοδο των επικοινωνιών και προέβαλε τη δυνατότητα της αναπαραγωγής των ήχων με τη βοήθεια παλλόμενων ελασμάτων, αρχή στην οποία βασίζεται το τηλέφωνο, τα μεγάφωνα κλπ.· το θερμοηλεκτρικό φαινόμενο (1884), που βασίζεται στην εκπομπή ηλεκτρονίων από διάπυρα σώματα· σε αυτό στηρίζονται οι θερμοϊονικές βαλβίδες. Ο Έ., εκτός από τον τηλέγραφο, ασχολήθηκε επίσης και με την τελειοποίηση των ηλεκτρικών συσσωρευτών (το 1914 έθεσε σε λειτουργία έναν αλκαλικό συσσωρευτή Fe-Ni), την κινηματογραφία, την τηλεφωνία, την εφαρμογή του ελαστικού στα αδιάβροχα υφάσματα, τις σιδηροδρομικές σημάνσεις, τις τσιμεντένιες κατασκευές κλπ., εγκατέστησε βιομηχανίες και οργάνωσε σιδηροδρομικές εταιρείες. Σε μια προσπάθεια εκμετάλλευσης των ορυχείων σιδήρου έχασε όλα τα κεφάλαιά του, αλλά αμέσως, χάρη στην εξαιρετική πρωτοβουλία του και στο επιχειρηματικό του δαιμόνιο, ξανάρχισε με ένα εργοστάσιο γραμμοφώνων και με μια εταιρεία τσιμέντων. Ο Έ. δεν ανήκε ποτέ στον ακαδημαϊκό κόσμο και μολονότι η φήμη του είχε εξαπλωθεί παγκοσμίως, έγινε δεκτός στην Εθνική Ακαδημία των Επιστημών μόλις το 1927. συσσωρευτής Έ. Ηλεκτρική συστοιχία που χρησιμοποιεί θετικό ηλεκτρόδιο υπεροξειδίου του νικελίου, αρνητικό ηλεκτρόδιο οξειδίου του σιδήρου και ως ηλεκτρολύτη διάλυμα υδροξειδίου του νατρίου σχετικής πυκνότητας περίπου 1,2. Ο συσσωρευτής Έ. είναι ελαφρύτερος από τον συσσωρευτή μολύβδου, αλλά η τάση σε αυτόν είναι μικρότερη κατά 1,3 έως 1,4 βολτ ανά στοιχείο. Ο Τόμας Έντισον μέσα στο εργαστήριό του (λιθογραφία της εποχής). Το πρώτο δυναμό, που παρουσίασε ο Έντισον το 1879 στην Έκθεση των Παρισίων (Μόναχο, Γερμανικό Μουσείο).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • γραμμόφωνο — Συσκευή που αναπαραγάγει ήχους και λέξεις με καθαρά μηχανικά μέσα. Ο Σιρανό ντε Μπερζεράκ (1619–1655) έκανε λόγο σε κάποιο έργο του για χαραγμένες σελίδες, από τις οποίες περνά μία βελόνα αναπαράγοντας λέξεις και μουσική. Ο Άγγλος φυσικός Θ.… …   Dictionary of Greek

  • λάμπα — Συσκευή κατάλληλη να παράγει τεχνητό φως με τη χρήση εύφλεκτων ουσιών, στερεών, υγρών ή αερίων, ή με τη μετατροπή της ηλεκτρικής ενέργειας σε φωτεινή ενέργεια. Ονομάζεται και λυχνία ή λαμπτήρας. Λ. ονομάζονται επίσης οι συσκευές που εκπέμπουν… …   Dictionary of Greek

  • αερόφωνο — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται μια συσκευή και ένα μουσικό όργανο. 1. Συσκευή με την οποία ενισχύεται η ανθρώπινη φωνή, ώστε να ακούγεται σε μεγαλύτερες αποστάσεις. Ανακαλύφθηκε το 1878 από τον Τόμας Έντισον. Λειτουργεί με σύστημα τριών… …   Dictionary of Greek

  • Θέρστοουν, Λούις Λέον — (Louis Leon Thurstone, 1887 – 1955). Αμερικανός ψυχομέτρης. Έλαβε το πτυχίο του ηλεκτρολόγου μηχανικού από το πανεπιστήμιο Κορνέλ, το 1912, και προσελήφθη αμέσως μετά από τον Τόμας Έντισον ως βοηθός του. Βελτίωσε την κινηματογραφική κάμερα και… …   Dictionary of Greek

  • Ίνγκραμ, Ρεξ — (Rex Ingram, Δουβλίνο 1892 – 1950). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ιρλανδού σκηνοθέτη, σεναριογράφου και παραγωγού του κινηματογράφου Ρέτζιναλντ Μοντγκόμερι Χίτσκοκ (Reginald Montgomery Hitchcock). Ο Ί. υπήρξε από τους πρωτοπόρους του κινηματογράφου …   Dictionary of Greek

  • Λιμιέρ, Λουί Ζαν και Ογκίστ Μαρί — (Louis Jean Lumière, Μπεζανσόν 1864 – Μπαντόλ Βαρ 1948· August Marie Lumière, Μπεζανσόν 1862 – Λιόν 1954). Εφευρέτες και πρωτοπόροι του γαλλικού κινηματογράφου. Στους αδελφούς Λ. οφείλεται η ανακάλυψη της συσκευής με την ονομασία κινηματογράφος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”